Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Η Αυτοδιοίκηση την εποχή του μεταμνημονιακού Ν(Δ)εοφιλελευθερισμού




* Άρθρο του Δημήτρη Μπίρμπα επικεφαλής της παράταξης ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΑΙΓΑΛΕΩ που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών την Τετάρτη 30/10/2019.



Το τοπίο για την Αυτοδιοίκηση στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη διαγράφεται άνυδρο και κακοτράχαλο. Η αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική εκτροπή του ν. 4623/2019, καθώς και οι νομοθετικές παρεμβάσεις και εγκύκλιοι ουσιαστικά αλλοιώνουν το εκλογικό αποτέλεσμα και δημιουργούν ανεξέλεγκτες δημαρχιακές πλειοψηφίες σε όργανα και επιτροπές του δήμου, χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση.

Ο αναπτυξιακός-σκούπα, με το άρθρο 179, δίνει τη δυνατότητα, με την όποια απαρτία επί των παρόντων, χωρίς μελέτη και προϋποθέσεις, για ανάθεση σε ιδιώτες των υπηρεσιών καθαριότητας, ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού και πρασίνου και έπεται συνέχεια.

Η Αυτοδιοίκηση οφείλει επιπλέον να αντιμετωπίσει και τις επιπτώσεις ενός ακραία νεοφιλελεύθερου προϋπολογισμού, όπου:

● Οι ΚΑΠ παραμένουν σταθεροί, οι λειτουργικές ανάγκες και το κόστος ανεβαίνουν, απαγορεύονται οι προσλήψεις, άρα υπερφορολόγηση πολιτών και ΣΔΙΤ

Στο προσχέδιο αναφέρεται ότι η αύξηση που προβλέπεται στις μεταβιβάσεις της κεντρικής κυβέρνησης οφείλεται σε άλλους παράγοντες (13η σύνταξη, δικαστικές αποφάσεις, ΕΦΚΑ) και όχι σε αύξηση των ΚΑΠ, καθώς και στην προβλεπόμενη αύξηση των ροών των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων.

Η προβλεπόμενη αύξηση των εσόδων του κεντρικού κράτους από φόρους (φόρος εισοδήματος, ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ) θα έπρεπε να προκαλέσει ανάλογη αύξηση των ΚΑΠ, που όμως δεν προβλέπεται. Δυστυχώς, αποδεικνύει τη συνέχιση της πολιτικής αυθαίρετης εφαρμογής των ΚΑΠ, ακόμα και ως προς τη σύνθεσή τους, π.χ. με τη μη ένταξη σε αυτούς των φορολογικών εσόδων από παρελθόντα οικονομικά έτη (ΠΟΕ).

Επίσης, στο προσχέδιο δεν γίνεται μνεία στην αποπληρωμή των παρακρατηθέντων εσόδων της Τ.Α. (περίπου 27 δισ. ευρώ), που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης. Για τον λόγο αυτό είναι επιτακτική ανάγκη η άμεση έναρξη των διαπραγματεύσεων για την αποπληρωμή τους.

● Μεσοπρόθεσμο και πλεονάσματα

Στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2019-2022 προβλεπόταν ότι οι αποδιδόμενοι πόροι στην Τ.Α. θα αυξηθούν κατά 234 εκατ. το 2020. Η αύξηση αυτή δεν εμπεριέχεται στο προσχέδιο προϋπολογισμού. Παράλληλα, συνεχίζεται η παράλογη απαίτηση για τη δημιουργία πλεονασμάτων ύψους 49 εκατ. € (βασικό σενάριο) ή 194 εκατ. € (εναλλακτικό σενάριο με ενσωματωμένες παρεμβάσεις). Στο ερώτημα, αφού οι επιχορηγήσεις δεν αυξάνονται και οι δαπάνες παραμένουν σχετικά σταθερές, πώς θα δημιουργηθούν αυτά τα πλεονάσματα, η απάντηση που δίνει το προσχέδιο είναι με αύξηση των φορολογικών, κυρίως των ανταποδοτικών, εσόδων των ΟΤΑ και φυσικά με ιδιωτικοποιήσεις που προβλέπει το άρθρο 179 του αναπτυξιακού.

● Απουσιάζει η Αυτοδιοίκηση από τις αναπτυξιακές και κοινωνικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης

Η μη συμμετοχή της Τ.Α. στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των πολιτικών της κυβέρνησης για την οικογένεια και την υπογεννητικότητα, τα φυσικά πρόσωπα, τις επιχειρήσεις, την οικοδομική δραστηριότητα κ.λπ. αποτελεί ευρωπαϊκή πρωτοτυπία. Τα ευρωπαϊκά κράτη επιλέγουν η ανάπτυξη και κυρίως οι πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας να ανήκουν στην Τ.Α., διότι δεν νοείται ανάπτυξη χωρίς αποκέντρωση. Η αποτελεσματική κοινωνική προσφορά επιτυγχάνεται μόνο με την εγγύτητα στον πολίτη και το πρόβλημα. Είναι εμφανές ότι το πελατειακό κράτος επανέρχεται δριμύτερο.

● Ελαχιστοποίηση του ΠΔΕ

Σε μια χώρα που έχει υποφέρει, επί σειρά ετών, από την ύφεση, τα ζητούμενα είναι η ανάκαμψη και η ανάπτυξη. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς επενδύσεις. Ομως η διαφορά μας (13,10%) σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. (20,90%) ή της ευρωζώνης (21,40%) αντί να μειώνεται αυξάνεται, παρ’ ότι στο προσχέδιο Κ.Π. 2020 η αξιοποίηση του εργαλείου των δημοσίων επενδύσεων αξιολογείται ως σημαντική αναπτυξιακή πολιτική.

Αξίζει να τονιστεί ότι στη συζήτηση που διεξάγεται στα ευρωπαϊκά όργανα για το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (2021-2027), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών με την αντίστοιχη Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου (REGI) αναμένεται να καταθέσουν αίτημα για τη δέσμευση των κρατών-μελών όσον αφορά την αύξηση στους προϋπολογισμούς τους για δημόσιες επενδύσεις από 2% (κατά μέσο όρο) που είναι σήμερα σε 2,8%. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι για να προσκληθούν ιδιωτικές επενδύσεις θα πρέπει να έχουν προηγηθεί δημόσιες, αν φυσικά δεν μιλάμε για «ξεπούλημα». Ομως, το άμεσο μέλλον του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) προβλέπεται ζοφερό. Θα είναι μειωμένο κατά 600 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Κ.Π. 2019.

Στον αντίποδα, αξίζει να θυμηθούμε τις αναπτυξιακές παρεμβάσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, σε συνθήκες σκληρών μνημονιακών περιορισμών, που, παρά τις όποιες αστοχίες του, προχώρησε στη δημιουργία νέων καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως ο «Φιλόδημος», προϊόν συνεργασίας των υπουργείων Εσωτερικών και Οικονομίας και Ανάπτυξης, του οποίου η υλοποίηση ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Το πρόγραμμα εκκίνησε με αρχικό προϋπολογισμό 400 εκατ. ευρώ, αλλά σύντομα έφτασε τα 2,391 δισ. ευρώ, με δανειοδότηση από την ΕΤΕπ μέσω του ΤΠΔ. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η αποπληρωμή των δανείων καλύπτεται από το ΠΔΕ, μη επιβαρύνοντας τους δήμους.

Μέχρι σήμερα έχουν ενταχθεί 502 έργα συνολικού προϋπολογισμού 1,236 δισ. ευρώ (62% της συνολικής εξειδίκευσης). Η συνέχειά του όμως είναι κυριολεκτικά στον αέρα, λόγω της προαναφερθείσας μείωσης κατά 600 εκατ. του ΠΔΕ το 2020.

Τα συνέδρια της Αυτοδιοίκησης (με τα πολλαπλά εκλογικά συστήματα!) οφείλουν να απαντήσουν άμεσα και συντεταγμένα τόσο στον θεσμικό αυταρχισμό (νομοθέτηση χωρίς διαβούλευση, ν. 4623, αναπτυξιακός, προϋπολογισμός, απειλή διακοπής των ΚΑΠ για τα διαθέσιμα κ.λπ.) όσο και στις ακραία νεοφιλελεύθερες κυβερνητικές πολιτικές (περικοπές, ιδιωτικοποιήσεις και υπερφορολόγηση των πολιτών).

Η υπεράσπιση του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των υπηρεσιών της Αυτοδιοίκησης απαιτεί τις ευρύτερες δυνατές πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες και αυτό πρέπει να αποτυπωθεί στην εκλογή των οργάνων της. Η σημερινή απαράδεκτη απουσία τους από τη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση για την κατοχύρωση του θεσμικού της ρόλου -ως ισότιμου δεύτερου πυλώνα του ενιαίου πολιτικοδιοικητικού μας συστήματος- και από τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις πρέπει να ανατραπεί. Αυτό θα συμβεί μόνο με την εκλογή οργάνων με διεκδικητική στόχευση και σαφές κοινωνικό και αντι-νεοφιλελεύθερο πρόσημο. Αυτή είναι η πρόκληση και πρέπει ως Αυτοδιοίκηση να την αντιμετωπίσουμε χωρίς κομματικές αγκυλώσεις.

Δημήτρης Μπίρμπας

Μέλος Δ.Σ. ΚΕΔΕ, εκπρόσωπος ΡΑΠ (Ριζοσπαστική Αυτοδιοικητική Πρωτοβουλία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου