Η μουσική εκπαίδευση στο δυτικό κόσμο συχνά επικεντρώνεται στη μουσική σημειογραφία, δηλαδή την ευχέρεια στη γραφή και την ανάγνωση της μουσικής. Όμως αυτό δεν είναι πάντα απλή υπόθεση, ακόμη και για επαγγελματίες μουσικούς καμιά φορά. Έτσι ανακύπτει το ερώτημα: Υπάρχει άραγε κάποιο είδος μουσικής δυσλεξίας;
Η δυσλεξία είναι μαθησιακή
δυσκολία, που συμβαίνει όταν ο εγκέφαλος αδυνατεί να επεξεργαστεί γραπτό
λόγο, ακόμη κι όταν το άτομο ξέρει να διαβάζει καλά. Οι ερευνητές
διασταυρώνουν τα ξίφη τους σχετικά με τα βαθύτερα αίτια και την
αντιμετώπισή τους, αλλά η επικρατέστερη θεωρία είναι ότι, άνθρωποι με
δυσλεξία έχουν πρόβλημα στην φωνολογική επεξεργασία
(phonological processing), δηλαδή την ικανότητα να βλέπουν σύμβολα (ένα
γράμμα ή ενα φώνημα) και να το συσχετίζουν με φωνητικούς ήχους. Η
δυσλεξία διαγιγνώσκεται δύσκολα, αλλά πιστεύεται ότι υπάρχει σε ποσοστό 10% του πληθυσμού.
Το 2000 ο Νηλ Γκόρντον (Neil Gordon), συνταξιούχος νευρολόγος παιδίατρος, πρότεινε την ιδέα του όρου μουσική δυσλεξία (δυσμουσίa/dysmusia),
βασισμένος σε αυξανόμενες ενδείξεις ότι οι περιοχές του εγκεφάλου που
ενεργοποιούνται κατά την ανάγνωση μουσικής και κειμένου είναι
διαφορετικές.
Η άποψη ότι η δυσλεξία μπορεί να επηρεάσει την ανάγνωση μη γλωσσικών συμβόλων δεν είναι πρωτόγνωρη. Για παράδειγμα, η δυσαριθμησία (dyscalculia) είναι η δυσκολία ανάγνωσης και κατανόησης μαθηματικών συμβόλων.
Μια πρόσφατη έρευνα
αντιμετωπίζει τη δυσλεξία και τη δυσαριθμησία ως ξεχωριστές
καταστάσεις, καθεμιά με διαφορετικές αιτίες (η δυσαριθμησία πιστεύεται
ότι προκαλείται από προβληματική αντίληψη του χώρου που εδρεύει στο μεσολόβιο
του εγκεφάλου.) Αν ο εγκέφαλός μας επεξεργάζεται τις λέξεις και τα
μαθηματικά σύμβολα με διαφορετικό τρόπο, τότε γιατί να μην ισχύει το
ίδιο και με τα μουσικά σύμβολα;
Η ανάγνωση μουσικής είναι μια ολοκληρωμένη εγκεφαλική διαδικασία.
Το γραπτό σύστημα της Μουσικής
Η δυτικοευρωπαϊκή μουσική, όπως και η
γλώσσα, διαθέτει πολύ ανεπτυγμένο σύστημα κωδικοποίησης, που καθιστά
δυνατή την καταγραφή και τη μετάδοσή της από τον συνθέτη στον εκτελεστή.
Όμως η μουσική, σε αντίθεση με τη γλώσσα, χρησιμοποιεί χωρική
διευθέτηση των συμβόλων για την απόδοση του τονικού ύψους. Η μουσική
σελίδα, η παρτιτούρα, χωρίζεται σε πεντάγραμμα, και γενικά όσο ψηλότερα ένα φθογγόσημο (νότα) τόσο ψηλότερος (οξύτερος) ο τόνος, η νότα.
Αντίθετα απ’ ό,τι τα γλωσσικά σύμβολα,
δηλαδή τα γράμματα, τα μουσικά φθογγόσημα, δηλαδή οι νότες, μπορούν να
τεθούν σε υπέρθεση (σε στήλες, το ένα πάνω από το άλλο), που σημαίνει
ότι ηχούνται ταυτόχρονα (συγχορδίες). Η μουσική χρησιμοποιεί και ένα σύστημα συμβόλων για να δείξει το πώς πρέπει να αποδοθούν οι νότες. Υπάρχουν δηλαδή σύμβολα που δείχνουν τη διάρκεια κάθε νότας (ρυθμός), την ένταση (δυναμική),
και διάφορες άλλες παραμέτρους που απαιτεί μια μουσική ερμηνεία.
Η
μουσική επίσης αξιοποιεί και λεκτικές οδηγίες, είτε λέξεις ολογράφως ή
συντετμημένες είτε και ακέραιες φράσεις, για να περιγράψει τα εκφραστικά
χαρακτηριστικά μιας μουσικής, αλλά και να φανεί πώς ταιριάζει ο στίχος
με τη μελωδία, όταν πρόκειται για φωνητική μουσική. Μάλιστα, ο στίχος
καμιά φορά μπορεί να είναι και σε γλώσσα την οποία δεν μιλά ο
ερμηνευτής.
Λόγω των διαφορών στα φυσικά
χαρακτηριστικά των συστημάτων γραφής, θα φαινόταν λογικό ότι ο εγκέφαλός
μας διαβάζει με άλλο τρόπο τη μουσική απ’ ότι τη γλωσσική γραφή. Κι
αυτό ακριβώς μάλλον συμβαίνει, τουλάχιστον έως κάποιο βαθμό.
Ο εγκέφαλός μας χρησιμοποιεί άλλο σύστημα για την ανάγνωση μουσικής και άλλο για την ανάγνωση κειμένου.
Λειτουργία του εγκεφάλου στην ανάγνωση μουσικής και γραφής
Για τον εγκέφαλό μας η ανάγνωση μουσικής
είναι μια δραστηριότητα εκτεταμένη και πολυσύνθετη, που θα πει ότι
ενεργοποιούνται πολλές διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου ταυτόχρονα,
που περιλαμβάνουν λειτουργίες κινητικές, οπτικές, ακουστικές,
οπτικοακουστικές, σωματαισθητικές, δηλαδή στον κροταφικό (πλευρική
περιοχή) και μετωπιαίο λοβό και των δύο ημισφαιρίων, και στην
παρεγκεφαλίδα (οπίσθια περιοχή), καθιστώντας έτσι την ανάγνωση μουσικής
μια πραγματικά καθολική εγκεφαλική λειτουργία. Με την εξάσκηση το
νευρικό δίκτυο ενισχύεται. Ακόμη και η ανάγνωση μιας και μόνης νότας στο
πεντάγραμμο, ενεργοποιεί αυτό το πολυσύνθετο δίκτυο στον εγκέφαλο των
μουσικών.
Μολονότι η ανάγνωση μουσικής κι η ανάγνωση κειμένου βασίζονται
σε κάποια κοινά εγκεφαλικά δίκτυα, πρόκειται για λειτουργίες που
διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό. Ο τρόπος που ο εγκέφαλός μας
ενεργοποιεί τα διάφορα εγκεφαλικά δίκτυα όταν διαβάζουμε μουσικά
σύμβολα, διαφέρει απ’ όταν διαβάζουμε γράμματα.
Οι
εγκεφαλικές βλάβες, ιδίως αν είναι εκτεταμένες όπως στην περίπτωση του
Γάλλου συνθέτη Μωρίς Ραβέλ (Maurice Ravel, γνωστός στο πλατύ κοινό από
το δημοφιλέστατο έργο του με τίτλο Μπολερό), είναι πολύ πιθανό
να επηρεάσουν την ικανότητα ανάγνωσης τόσο στη μουσική όσο και στον
γραπτό λόγο. Ο Ραβέλ έπασχε από μια μορφή μετωποκροταφικής άνοιας.
Ωστόσο έχουν αναφερθεί και περιστατικά,
όπου μια πιο περιορισμένη βλάβη έτυχε να επηρεάσει τη μία απ’ τις δύο
λειτουργίες, και να αφήσει ανέπαφη την άλλη.
Ο Ίαν Μακ Ντόναλντ (Ian McDonald),
νευρολόγος και ερασιτέχνης πιανίστας, μαρτυρεί την απώλεια και επαναφορά
της ικανότητάς του να διαβάζει μουσική μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο
που υπέστη, ενώ η ικανότητά του να διαβάζει γραπτό λόγο έμεινε
ανεπηρέαστη. Ο Όλιβερ Σακς
(Oliver Sacks) περιγράφει την περίπτωση μιας επαγγελματίας πιανίστας η
οποία, υποφέροντας από μια εκφυλιστική εγκεφαλική πάθηση (φλοιώδη
ατροφία), πρώτα έχασε την ικανότητά της να διαβάζει νότες, ενώ συνέχιζε
να διαβάζει κείμενα για πολλά χρόνια. Σε μια άλλη περίπτωση, συνέβη το
αντίστροφο, όπου ένας μουσικός ενώ έχασε την ικανότητά του να διαβάζει
κείμενα, η ικανότητά του να διαβάζει νότες έμεινε ανέπαφη.
Περιστατικά όπου μουσική και γλώσσα
επηρεάζονται με διαφορετικό τρόπο από εγκεφαλικές παθήσεις, εδώ και
αιώνες εκπλήσσουν τους ερευνητές. Το παλαιότερο καταγεγραμμένο
περιστατικό ανθρώπου ανίκανου να μιλήσει μετά από εγκεφαλική βλάβη, αλλά
με ακέραιη την ικανότητά του να τραγουδάει, ήταν σ’ ένα άρθρο του 1745
με τίτλο Περί ενός μουγκού που τραγουδά.
Πιο πρόσφατα, ο Ρώσος συνθέτης Βησσαρίων Σέμπαλιν
(Vissarion Shebalin), έχασε τις γλωσσικές του ικανότητες μετά από βαρύ
εγκεφαλικό, ωστόσο δεν απώλεσε την ικανότητά του να συνθέτει. Η
διατήρηση της ικανότητας να τραγουδά κανείς ενώ έχει χάσει τη δυνατότητα
να μιλά, οδήγησε στη δημιουργία μιας θεραπευτικής αγωγής που
αποκαλείται Θεραπεία μελωδικού τονισμού (Melodic Intonation Therapy),
που στην ουσία αντικαθιστά τον ομιλούμενο λόγο με τραγούδισμα. Αυτό
επιτρέπει στον ασθενή να επικοινωνεί λεκτικά. Αυτές οι περιπτώσεις και
πολλές άλλες φανερώνουν ότι μουσική και γλώσσα είναι έως κάποιο βαθμό
ξεχωριστές νευρολογικές λειτουργίες.
Διαφορές στην ευχέρεια ανάγνωσης
διαπιστώνονται ακόμη και στο πλαίσιο της μουσικής σημειογραφίας. Έχουν
καταγραφεί περιστατικά, όπου μουσικοί ενώ χάνουν την ικανότητά τους να
ξεχωρίσουν τις διάφορες νότες (τονικά ύψη), διατηρούν την ικανότητά τους
να διακρίνουν τον ρυθμό (χρονικές διάρκειες), και το αντίστροφο. Από τα
ευρήματα στις λειτουργικές απεικονίσεις μαγνητικού συντονισμού (fMRI – functional Magnetic Resonance Imaging)
επιβεβαιώνεται ότι, ο εγκέφαλός μας αλλιώς επεξεργάζεται το τονικό ύψος
(χωρική πληροφορία) και αλλιώς τον ρυθμό (αναγνώριση συμβόλου).
Μουσική δυσλεξία
Η έρευνα αρχίζει να ξεκαθαρίζει τα συμπτώματα που μπορεί να εμφανίζει μια ειδική περίπτωση, η μουσική δυσλεξία.
Αυτή η δυσλειτουργία μπορεί να πλήξει την τονική αντίληψη (ύψος
μουσικών φθόγγων/συχνότητα), ή απλώς τη δυνατότητα ερμηνείας συμβόλων
(π.χ. χρονικές αξίες/ρυθμός), ή ακόμη και τα δύο. Μέχρι σήμερα πάντως,
επισήμως δεν έχει καταγραφεί καμία περίπτωση μουσικής δυσλεξίας (παρότι ο Χέρμπερτ και ο συνεργάτες του –Hébert and colleagues– έχουν προχωρήσει πολύ στην έρευνά τους), και οι προσπάθειες για να καθοριστούν οι επιπτώσεις της δυσλεξίας στη μουσική ανάγνωση δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί.
Τα παιδιά με δυτικοευρωπαϊκή κουλτούρα
μαθαίνουν ανάγνωση της γλώσσας, αλλά όχι πάντα της μουσικής. Ακόμη όμως
κι αν μαθαίνουν να διαβάζουν νότες, τυχόν δυσχέρειες ή ανεπάρκειες στην
ανάγνωση μουσικής συνήθως δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν. Πολλοί
προικισμένοι μουσικοί φτάνουν να γίνουν επαγγελματίες, μαθαίνοντας
μουσική μόνο με το αυτί. Στον κύκλο των μουσικών, υπάρχουν τεράστιες
διαβαθμίσεις ως προς τις δεξιότητες μουσικής ανάγνωσης. Αυτό μάλιστα
καταδεικνύεται ολοφάνερα στη λεγόμενη πρίμα βίστα (prima vista/sight reading/εκ πρώτης όψεως ανάγνωση). Ίσως αν και όταν προσδιοριστεί επακριβώς ο όρος της μουσικής δυσλεξίας, να μπορέσουμε τότε να καταλάβουμε καλύτερα για ποιο λόγο κάποιοι μουσικοί διαβάζουν νότες εύκολα και καλά, ενώ άλλοι όχι.
Πηγή (πρωτότυπο άρθρο στα αγγλικά): theconversation
Μετάφραση:
Βασίλης Μούσκουρης (Μουσικός, μεταφραστής)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου